Μπαίνοντας στην λίμνη, είχε σκοντάψει - τα δαχτυλα των ποδιών του είχαν γλιστρήσει στην πέτρα του πυθμένα. Όταν έπιασε ψάρι, γλίστρησε κι έκοψε το κάτω μέρος της φτέρνας του σε κάτι που πρέπει να ήταν γυαλί. Το γκρίζο νερό είχε ανθίσει σκούρα ρόδα.
Ο Μάικλ είχε εξετάσει τη φτέρνα του στη βοτσαλωμένη όχθη. Είχε δει το αίμα ν’ αναβλύζει πάνω στο γδαρμένο λευκό του πέλματος του. Εν τω μεταξύ, το ψάρι που είχε πιάσει εξακολουθούσε να σπαρταράει στο νερό, στην άκρη του καλαμιού του. Ο πατέρας του το άδραξε και το ξαγκίστρωσε και το έριξε στο σακί του.
Πονάει, είπες ο Μάικλ.
Ο πατέρας του μάζευε την πετονιά. Έπειτα βγήκε τσαλαβουτώντας στη στεριά και πέταξε το καλάμι στο χορτάρι. Τον κοίταξε από ψηλά, κοίταξε το πέλμα που αιμοραγούσε.
Η Μερκία δίνει και η Μερκία παίρνει, είπε. Σήκωσε το καλάμι σου.
Αυτή ήταν η λογική του πατέρα του για όλα. Τούτη η γη, που ο πατέρας του είχε το συνήθειο να αποκαλεί με το αρχαίο όνομα της, Μερκία, εξαιτίας της λατρείας του για βασιλιάδες για τους οποίους δεν ήξερε σχεδόν τίποτα, δίνει και παίρνει. Όλα τα πεπρωμένα της ζωής εξηγημένα από αυτόν τον έναν και μοναδικό, απλό κανόνα. Δεν σου δίνουν χωρίς να σου πάρουν, και ό,τι έπαιρνε η Μερκία ήταν πάντα δίκαιο.
Ο 19ος αιώνας και ειδικά ο ιστορικά “μακρής” 19ος αιώνα που αρχίζει από την Γαλλική επανάσταση και τελειώνει με τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες ιστορικές περιόδους, μια εποχή που έφερε τα πάνω κάτω στις ζωές των ανθρώπων σε ολόκληρο τον κόσμο, μια εποχή που η επιρροή της αντηχεί ως και τις μέρες μας. Οι κοσμογονικές αλλαγές του 19ου αιώνα, οφείλονται εν πολίς στις δύο σημαντικές επαναστάσεις που συντελέστηκαν κατά τη διάρκεια του, την Γαλλική επανάσταση, που υπεραπλουστεύοντας, έφερε τα πάνω κάτω στην πολιτικοκοινωνική δομή της κοινωνίας, και στην βιομηχανική, που(επίσης υπεραπλουστεύοντας) άλλαξε τον τρόπο ζωής του μεγαλύτερου ποσοστού του πληθυσμού των χωρών όπου συντελέστηκε. Νέοι τρόποι παραγωγής, νέες μορφές ιδιοκτησίας και νέες σχέσεις ισχύος, μετέτρεψαν τους αγρότες σε εργάτες, του οδήγησαν να μεταναστεύσουν από την ύπαιθρο στις πόλεις και τα βιομηχανικά κέντρα. Ένας νέος κόσμος γεννιέται, ένας κόσμος από κάρβουνο και μηχανές.
Η Βικτωριανή Αγγλία έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στο άλμα προς τα μπρός της βιομηχανικής επανάστασης· η εικόνα του γκρίζου Λονδίνου, καλυμένου από τον καπνό και την αιθαλομίχλη, των παιδιών που καθαρίζουν τσιμινιέρες και των εργατών που γερνούσαν πριν την ώρα τους δουλεύοντας από το ξημέρωμα ως το βράδυ, έχουν μυθιστορηματοποιηθεί επαρκώς και έρχονται σε αντιδιαστολή με την έτερη λογοτεχνική τάση που καταγράφει την ανεμελιά και τους έρωτες των ανώτερων τάξεων της Γηραιάς Αλβιώνας.
Και αν η πραγματικότητα των κατώτερων τάξεων φαντάζει ζοφερή στις πόλεις, τότε σε διάφορα άλλα βιομηχανικά κέντρα, όπως οι περιοχές των ανθρακωρυχείων, η καθημερινότητα είναι σχεδόν μετά-αποκαλυπτική. Τέτοια περιοχή είναι και αυτή της “Μαύρης Χώρας”, περιοχή των Μίντλαντς που πήρε το όνομα της από την μαυρίλα που φτύναν τα ορυχεία άνθρακα από τα οποία ήταν γεμάτη, μαυρίλα που σκέπαζε ουρανό και γη. Η ζωή των εργατών επίσης μαύρη· ελάχιστα δικαιώματα, εξουθενωτική ζωή, μισθός που φτάνει οριακά για επιβίωση. Δυστοπία.
Το δυστοπικό σκηνικό αυτό, επιλέγει για το πρώτο του μυθιστόρημα ο Daniel Wiles, πρωτοεμφανιζόμενος συγγραφέας με καταγωγή από την ευρύτερη περιοχή της “Μαύρης Χώρας”. Με αρκετή προσωπική έρευνα, χρηματοδοτούμενη από το ίδρυμα του Βραβείου Booker, ο Wiles μετασχηματίζει τα πρωτογενή δεδομένα για την εποχή σε ένα φιλόδοξο και στιβαρό έργο που φέρει τον τίτλο Mercia's Take. Ένα εξαιρετικό πρώτο δείγμα γραφής ενός νέου δημιουργού που μεταφέρεται στα ελληνικά από τις εκδόσεις Διόπτρα, υπό τον τίτλο “Το μερίδιο της γης”, ως μέρος της σειράς “Φωνές του Κόσμου” που προβάλει νέους δημιουργούς από όλο τον κόσμο.
Με μια κοφτερή και στυλιζαρισμένη γραφή, απογυμνωμένη από πολλούς διαλόγους και περιττές περιγραφές, ο Wiles μας συστήνει τον Μάικλ Κας, έναν ανθρακωρύχο που καθημερινά κατεβαίνει στα έγκατα της γης για να βγάλει το ψωμί του. Εσχάτως δύο φορές, καθώς συσχετίζει την δική του δύσκολη ζωή με την έλλειψη εκπαίδευσης και για αυτό βρίσκει δεύτερη δουλειά, σε δεύτερο ορυχείο, κάτι που τον φέρνει στα όρια της σωματικής και ψυχικής του αντοχής. Η κατάσταση στο σπίτι δύσκολη, και γίνεται ακόμη δυσκολότερη όταν τα πενιχρά τους οικονομικά κάθε μέρα, όλο και περισσότερο.
Μέχρι που κάτι αλλάζει. Καθώς σκάβει στην στοά του, ο Μάικλ ανακαλύπτει μια φλέβα χρυσού. Καθώς οι φωτιές από τα καμίνια κάνουν την ανακάλυψη του ανθρακωρύχου να λάμπει σαν ήλιος, αυτός ονειρεύεται μια διαφορετική ζωή για τον ίδιο και την οικογένειά του. Υπολογίζει όμως χωρίς τον Ουαλό Κέιν, τον άντρα με τον οποίο μοιράζεται την στοά. Με το The Ecstasy of Gold του Ένιο Μορικόνε να παίζει στο background, οι δύο άντρες μπλέκονται σε μια βιβλική ιστορία εκδίκησης και αντεκδίκησης που μόνο χαμένους έχει και θα κάνει και τους δύο, αργά ή γρήγορα, να καταλάβουν ότι, ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός.
Το Μερίδιο της γής, παρά τις διάφορες μικρές λεπτομέρειες που μπορεί να μαρτυρούν ότι πρόκειται για την πρώτη δουλειά του δημιουργού τους, είναι μια καλογραμμένη νουβέλα που συνδυάζει άψογα ιστορικά γεγονότα με μια δραματική, προσωπική, σχεδόν σπαρακτική ιστορία. Ένα ατμοσφαιρικό και γεμάτο ένταση αποτέλεσμα που μεταφέρει τον αναγνώστη στην γεμάτη σκόνη και θειάφι Black Country και με την αρτιότητα του θέτει πολύ ψηλά τον πήχη για τις μελλοντικές δουλειές του Daniel Wiles, ενώς πολλά υποσχόμενου συγγραφέα.