Τὴν αἰτία γιὰ τὴν ὁποία ὁ Ζώρζ ξεχύνεται ἔτσι στὸν περιφερειακό, μὲ μειωμένα ἀντανακλαστικὰ καὶ ἀκούγοντας αὐτὴ τὴ μουσική, θὰ πρέπει νὰ τὴν ἀναζητήσουμε κατὰ κύριο λόγο στη θέση τοῦ Ζώρζ στο πλέγμα τῶν παραγωγικῶν σχέσεων. Τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Ζώρζ σκότωσε τουλάχιστον δύο ἀνθρώπους στὴ διάρκεια τοῦ ἔτους δὲν ἔχει νὰ κάνει. Αὐτὸ ποὺ συμβαίνει τώρα συνέβαινε καμιὰ φορὰ καὶ στὸ παρελθόν.
Police Procedural, Whodunnit, Hardboiled, νουάρ, θρίλερ, Σκανδιναβικά, Λατινοαμερικάνικα, μυστηρίου· η αστυνομική λογοτεχνία βρίθει από αλληλοεπικαλυπτόμενα υποείδη που ικανοποιούν την ακόρεστη ανθρώπινη δίψα των αναγνωστών να κατηγοριοποιούν και να βάζουν τα πάντα σε κουτάκια. Από αυτά, το νουάρ είναι το είδος που διακρίνεται ιδιαίτερα για το βάθος του, την κοινωνική ευαισθησία και την διαισθητικότητα του, γιατί όχι και από μια πιο έντονη λογοτεχνικότητα σε σχέση με τις πιο pulpy ιστορίες κλεφτών και αστυνόμων.
Όχι πως το νουάρ δεν έχει να κάνει με “κλέφτες και αστυνόμους” βέβαια. Το υποείδος αυτό, που χαρακτηρίζεται από στοιχεία όπως διαφθορά και παρακμή, σκοτεινούς σκληροτράχηλους πρωταγωνιστές γκρίζας ηθικής και μια σκοτεινή “ασπρόμαυρη” ατμόσφαιρα, δεν είχε πάντα το πολιτικό κοινωνικό πρόσημο που σήμερα συχνά το χαρακτηρίζει. Αυτό το χρωστά σε συγγραφείς που μπόλιασαν τις ιστορίες τους με μια έντονη κοινωνική κριτική, όπως τους Γάλλους συγγραφείς του neo-polar είδους, πρωτοπόρος του οποίου ήταν ο συγγραφέας Ζαν-Πάτρικ Μάνσετ.
Ο Μάνσετ, από την αρχή της συγγραφικής του πορείας, έχοντας ως αφετηρία τα παραδοσιακά Αμερικανικά νουάρ μυθιστορήματα, επιχείρησε να ξεφύγει από την παραδοσιακή φόρμουλα της αστυνομικής ιστορίας με επίκεντρο τους αστυνομικούς και τους κακοποιούς, και χρησιμοποίησε το εγκληματικό θρίλερ ως ένα πλαίσιο για να ασκήσει κοινωνική κριτική. Ρεαλισμός και ωμή βία, πολιτική κριτική και απροσδόκητοι αντιήρωες προστίθενται στα θεμέλια του νουάρ για να δημιουργήσουν κάτι το νέο που έδωσε νέα ζωντάνια στο Γαλλικό, αλλά και στο ευρύτερο, αστυνομικό μυθιστόρημα. Ο Ζαν-Πάτρικ Μάνσετ, δημιουργικός κυρίως κατά τις δεκαετίες του 70’ και του 80’, εκδίδει μια σειρά από εξαιρετικά βιβλίων που καθόρισαν και καθορίζουν ακόμη και σήμερα το είδος. Ένα από τα χαρακτηριστικότερα: Το μελαγχολικό κομμάτι της Δυτικής Ακτής.
Ο Ζωρζ Ζερφώ είναι επιτυχημένο στέλεχος σε μεγάλη επιχείρηση. Έχει ζήσει άνετη παιδική ηλικία, μια νεότητα που χαρακτηρίζεται από γρήγορη κοινωνική άνοδο και από ένα μισοξεχασμένο αριστερό παρελθόν. Σήμερα έχει λεφτά, μια όμορφη και πνευματώδη γυναίκα και δύο παιδιά. Λατρεύει την καλή μουσική, συγκεκριμένα τους ήχους της West-Cost Jazz, παίζει σκάκι δια αλληλογραφίας και είναι σχετικά καλλιεργημένος. Δεν θα τον χαρακτηρίζαμε απαίδευτο μα ίσως βολεμένο, αποχαυνωμένο σε μια μικρομεσοαστική σιέστα. Η εικόνα που έχει ο ίδιος για τον εαυτό του: βασίζεται σε έναν ήρωα αστυνομικού βιβλίου που διάβασε πριν μια δεκαετία και στον χαρακτήρα ενός αδιάφορου, μπαρόκ και μεταφυσικού γουέστερν που είχε δει στον κινηματογράφο. Ίσως πιστεύει ότι είναι άτρωτος.
Ο Ζωρζ Ζερφώ γίνεται άθελα και εν’ αγνοία του μάρτυρας μια δολοφονίας και στην συνέχεια στόχος των δολοφόνων που θα τον ακολουθήσουν ως το τουριστικό θέρετρο στο οποίο περνάει τις οικογενειακές καλοκαιρινές διακοπές του προσπαθώντας να βγάλουν τον μοναδικό μάρτυρα από τη μέση για λογαριασμό του αφεντικού τους, ενός πρώην συνεργάτη του δικτάτορα Τρουχίλο. Επιβιώνοντας από την πρώτη απόπειρα εναντίων του, κάτι σπάει μέσα στον Ζερφώ και εγκαταλείπει την οικογένειά του και τρέπεται σε άτακτη φυγή. Φεύγει για να τους προστατεύσει ή το σκάει από τον ίδιο του τον εαυτό; Το σίγουρο είναι ότι δεν θα γυρίσει παρά μόνο όταν θα έχει ξεμπλέξει από αυτή την παράξενη ιστορία.
Κάποια βιβλία είναι σαν ένα ποτήρι premium ουίσκι· η ανάγνωση τους συνιστάται να είναι αργή και σε σίγουρες δόσεις απόλαυσης, σίγα σιγά για να διαρκέσει. Ένα τέτοιο βιβλίο είναι και Το μελαγχολικό κομμάτι της Δυτικής Ακτής, ένα βιβλίο που ο διαβαζοντάς το ο αναγνώστης –κατά προτίμιση πίνοντας ουίσκι και υπό τους ήχους είδιους εκείνους jazz ήχους που αγαπά και ο πρωταγωνιστής– θα θαυμάσει σίγουρα την λόγια δεξιοτεχνία με την οποία δημιουργεί εικόνες ο Ζαν-Πάτρικ Μάνσετ και την φαινομενικά απλή πλοκή που όμως χαρακτηρίζεται από ένα κρυφό βάθος. Ένα λογοτεχνικό βιβλίο που ξεπερνά τα στενά του αστυνομικού, ένα πολύ ιδιαίτερο blend.
Από τις εκδόσεις Άγρα, σε μετάφραση Θοδωρή Τσαπακίδη, σε μια έκδοση που συνοδεύεται από συνέντευξη του συγγραφέα στο γαλλικό περιοδικό Polar, από κείμενα του ίδιου πειοδικού στο μετα θάνατο αφιέρωμα στον Μάνσετ και από την εργογραφεία του.
Ο Ζαν-Πάτρικ Μάνσετ (Jean-Patrick Manchette) ήταν Γάλλος συγγραφέας και σεναριογράφος, γνωστός για τη συμβολή του στο είδος του νουάρ και του neo-polar αστυνομικού μυθιστορήματος. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του γαλλικού «μαύρου μυθιστορήματος» (roman noir), εισάγοντας κοινωνική και πολιτική κριτική στα έργα του.
νάμεσα στα πιο γνωστά βιβλία του είναι L’Affaire N’Gustro και Le petit bleu de la côte ouest, τα οποία συνδυάζουν δράση, βία και έναν υπαρξιακό τόνο.
Η εξαφάνιση του πιο έμπιστου του συνεργάτη ρίχνει τον αστυνόμο Μονταλμπάνο σε μια αναζήτηση που αποκαλύπτει ένα σκοτεινό κύκλωμα που ξεπερνά τα στενά όρια της Σικελίας.