…Την πρωτοχρονιά μας κάλεσε ο Τσαλαντώνης, κι ο μπαρμπα-Γκόγκας με ζήτησε να τον συνοδέψω, αφού εξόν από σχωριανός, είχα δείξει την αξία μου και στο μπιστολίδι. Πήγαμε στην πλαγιά που ΄χαν στήσει το γλέντι κι εκεί που καιγόταν το πελεκούδι, φανερώσαν όπλα οι αντάρτες του Τσαλαντώνη, και τα ντουφέκια αρχίσαν να τραγουδούν και τα οπλοπολυβόλα να καλπάζουν. Οι φασίστες μας μάγκωσαν και μας είπαν να προσκυνήσουμε τον αρχηγό τους κι εγώ αποκρίθηκα το μουνί της μάνας τους. Κι έτσι έφαγα ένα βόλι κατάστερνα κι έμνησκα με την απορία άμα ζει ή πόθανε η Νίκη και τι ν΄ απόγινε, και μα την Παναγιά, την είχα ξεγράψει ντιπ για ντιπ, για μακαρίτισσα την είχα…
Η δεκαετία του ‘40 ήταν μια εποχή μεγάλων γεγονότων, ταραχών και ανακατατάξεων που επηρέασαν κάθε γωνία του κόσμου, μαζί και την χώρα μας. Παγκόσμιος πόλεμος και ελληνοϊταλικός πόλεμος, κατοχή και αντίσταση, εμφύλιος πόλεμος· γεγονότα που ακόμη και σήμερα, κατοικόντας στα όρια της απτής και κοντινής ιστορίας, κυριαρχούν στο συλλογικό φαντασιακό, γειτνιάζουν με το μύθο και είναι συχνά το περιεχόμενο μικρών προσωπικών θρύλων.
Όπως η Ελλάδα αποτελεί ένα μικρό μόνο μέρος των ιστοριών που δημιούργησε αυτή η ταραγμένη δεκαετία, έτσι και τα επιμέρους μέρη της αποτελούν τα μικρότερα κεφάλαια του πολύ μεγάλου και πυκνογραμένου βιβλίου που είναι η ιστορία της. Κάθε χωριό και μια ιστορία, κάθε οικογένεια και ένα κεφάλαιο. Ιστορίες σκληρές και ομες, στολισμένες με έναν αιματοβαμμένο λυρισμό, πασπαλισμένες με στυγνό ρεαλισμό.
Όπως οι ιστορίες που μας μεταφέρει ο ταλαντούχος συγγραφέας Αντώνης Πάσχος στο βιβλίο του που φέρει τον τίτλο “Το Αδελφομοίρ και άλλες ιστορίες”, μια συλλογή διηγημάτων που μπλέκονται μεταξύ τους σχηματίζοντας ένα λογοτεχνικό σύμπαν με επίκεντρο ένα ανώνυμο χωρίο στον Σερραϊκό κάμπο κατά τη διάρκεια της Κατοχής και του εμφυλίου.
Με κοφτή γραφή εμπλουτισμένη με το, μπολιασμένο με Τούρκικα και Βουλγάρικα στοιχεία τοπικό ιδίωμα, με έναν τρόπο που ίσως θυμίσει το δημοφιλές Γκιάκ του Παπαμάρκου, ο Σερραίος συγγραφέας φωτίζει το σχετικά άγνωστο κεφάλαιο της Βουλγαρικής Κατοχής της Μακεδονίας, εξίσου σκλήρη, ίσως και σκληρότερη από εκείνη στην υπόλοιπη Ελλάδα καθώς χαρακτηρίζεται επιπλέον από εθνοτικά και φυλετικά πάθη, με κορύφωση της βιαιότητας η αντίδραση των Εξαρχικών στην εξέγερση της Δράμας το 1941.
Ένα παιδί ακολουθεί την οικογένειά του από τη Βουλγαρία στην Ελλάδα κατά την Κατοχή, και πίσω πάλι.
Η βέρα του κυρ-Θωμάρα δε βγαίνει από το δάχτυλό του, κι έτσι βγαίνουν τα μαχαίρια.
Τα ψέματα των νεκρών που έθαψαν ζωντανή τη Λεμονιά, κι η αλήθεια της.
Ο μύθος ενός Βούλγαρου πρίγκιπα που λένε ότι στοιχειώνει τον κάμπο.
Κι η απάντηση του μπαρμπα-Γκόγκα όταν τον ρωτούν ποιος ήταν ο καλύτερος φονιάς του.
Μέσα από τις ιστορίες των κατοίκων του μικρού ανώνυμου χωρίου, ο Πάσχος μας καθιστά κοινωνούς αιματηρών ιστοριών, οικογενειακών δραμμάτων με πρωτοστάτες αδέρφια που βρίσκονται σχεδόν από τύχη σε διαφορετικές ιδεολογικές πλευρές και, μαζί με δεξιές και αριστερές αντάρτικες ομάδες, πολεμάν εκτός από τους κατακτητές και μεταξύ τους, μικροπρεπών εγκλημάτων που καλύπτονται από την περιστασιακή νομιμότητα του ισχυρότερου ή του δικτυωμένου γερολαδά, ταυτοτικά και φυλετικά διλήμματα εκτός εποχής, που βρίσκουν τους πρωταγωνιστές να γεννιούνται με την μια αλλά να πεθαίνουν με την άλλη εθνικότητα, βία απέναντι σε γυναίκες που βρέθηκαν θαμμένες ζωντανές για κάτι που δεν έκαναν ή γιατί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο αντιστάθηκαν. Οκτώ ιστορίες στις οποίες δύσκολα διακρίνεται ο θύτης από το θύμα, και των οποίων οι συνέπειες αντηχούν σχεδόν ως σήμερα.
Εξαρχική Κατοχή με κορύφωση την εξέγερση της Δράμας, μικρός εμφύλιος και αντίσταση, εμφύλια σύρραξη και το μεταπολεμικό κράτος των νικητών. Το Αδελφομοίρι και άλλες ιστορίες, είναι μια ώριμη και προσεγμένη συγγραφική δουλειά που καταπιάνεται με την εξερεύνηση των ανθρώπινων παθών σε μια δύσκολη εποχή. Ο Πάσχος, τον οποίο πρωτοδιάβασα χρόνια πριν στο sff.gr, το forum μπαμπά κάθε συζήτησης γύρω από το φανταστικό, το οποίο μάλιστα τιμά περιλαμβάνοντας στη συλλογή και ένα διήγημα με κάτι παραπάνω από εμφανή το υπερφυσικό στοιχείο, παρουσιάζει με το βιβλίο αυτό, που δεν είναι το πρώτο του πόνημα, ένα εξαιρετικό δείγμα γραφής που μας προϊδεάζει πολύ θετικά για τις μελλοντικές δουλειές του και μας αναγκάζει να τον κατατάξουμε στις πολλά υποσχόμενες ελληνικές φωνές.