Το Περί της εαυτού ψυχής, είναι το δέκατο μυθιστόρημα του Ισίδωρου Ζουργού. Με το χαρακτηριστικό του ύφος, μας ταξιδεύει αυτή την φορά στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία, στα χρόνια των πρώτων αυτοκρατόρων της δυναστείας των Κομνηνών, στα τέλη του 11ου αιώνα. Δεν έχουμε όμως να κάνουμε με ένα μυθιστόρημα που πραγματεύεται τις ίντριγκες και τις δολοπλοκίες της αυλής, ούτε τις ιστορικές μάχες που λάμβαναν χώρο εκείνη την εποχή στα διαρκώς μεταβαλλόμενα σύνορα της αυτοκρατορίας. Αντίθετα μέσα από τη ματιά του Σταυράκιου Κλαδά, μας ανοίγεται ένα παράθυρο στις ζωές των καθημερινών ανθρώπων.
Ο Σταυράκιος, χάνει τους γονείς του σε μια επιδρομή των Σελτζούκων, βρισκόμαστε άλλωστε χρονολογικά, λίγο μετά την μάχη του Ματζικέρτ που είδε την “βασιλεία των Ρωμαίων” να στερείτε μεγάλο μέρος από τις ανατολικές κτήσεις της. Μετά από ένα διάστημα περιπλάνησης με τα αδέρφια του, καταλήγει σε ένα μοναστήρι στην Βασιλεύουσα, την ξακουστή αλλά κατεστραμμένη σήμερα, μονή Στουδίου, όπου και θα περάσει τα περισσότερα χρόνια μέχρι την ενηλικίωση του. Εκεί θα σταθεί τυχερός και θα ανακαλύψει την τέχνη της γραφής, που τότε ήταν προνόμιο των κρατικών αξιωματούχων και του κλήρου ( συχνά αυτά τα δύο είναι συνώνυμα ), καθώς και την κλήση του σε αυτή. Καθώς τα χρόνια περνάνε πρέπει να επιλέξει αν θα γίνει μοναχός και θα παραμείνει στο μοναστήρι ή θα ανοιχτεί στην αβεβαιότητα του έξω κόσμου. Η γνωριμία με έναν από τους πιο επιδραστικούς άντρες της αυτοκρατορίας, η εφηβική περιέργεια για τον έξω κόσμο αλλά πάνω από όλα, ένας μυστηριώδης στοίχος, γραμμένος από μια γυναίκα που δεν γνωρίζει, θα τον οδηγήσουν μακριά από το μοναστήρι και πέρα από την “πόλη του Κωνσταντίνου”.
Ειλικρινής και καλόκαρδος, ο Σταυράκιος διακρίνεται από μια συνεχή αναζήτηση της ταυτότητας και των θέλω του, κάτι που συχνά, ερμηνεύετε από τους άλλους σαν έλλειψη φιλοδοξίας, όταν αυτή η αντιτίθεται στις διάφορες ευκαιρίες που βρίσκονται στο δρόμο του.
Συμπρωταγωνιστές στο μυθιστόρημα, είναι το βιβλίο και η γραφή. Αυτά είναι άλλωστε τα όπλα που χρησιμοποιεί ο πρωταγωνιστής για να βιοποριστεί και τελικά για να ξεχωρίσει. Σε μια εποχή όπου η μεγάλη πλειοψηφία είναι αναλφάβητοι, οι κάθε λογής γραφιάδες ( αντιγραφείς, νοτάριοι, κτλ. ) είναι περιζήτητοι. Ο Σταυράκιος ξεκινάει την καριέρα του ως αντιγραφέας στο μοναστήρι και με τα χρόνια τον βλέπουμε να εξελίσσεται σε κάτι πολύ παραπάνω. Εύφημος μνεία αξίζει, η επαφή μας, μέσα από τα μάτια του, με ένα χαμένο χειρόγραφο, το Περί Ωκεανού και Γης του Πυθέα του Μασσαλιώτη, πρώτου Έλληνα που ταξίδεψε ως την Μεγάλη Βρετανία και την Σκανδιναβία.
Ακολουθώντας το ταξίδι του νεαρού γραφέα θα τα γνωρίσουμε διάφορα μέρη της αυτοκρατορίας αλλά και τον απλό λαό που τα κατοικεί. Αγρότες στη Μακεδονία, εργάτες στις αλυκές του Κίτρους, αγιογράφους-τρωγλοδύτες στα Σέρβια Κοζάνης, μισθοφόρους στρατιώτες στην εκστρατεία ανακατάληψης της Καστοριάς από τους Λατίνους, κατώτερους και όχι μόνο διοικητικούς υπαλλήλους στο Μεγάλο Παλάτι.
Η γραφή του Ζουργού είναι προσαρμοσμένη στην εποχή που μας περιγράφει. Αντί για τον όρο Βυζαντινή Αυτοκρατορίας που στην πραγματικότητα είναι νεωτερισμός που χρησιμοποιήθηκε μόνο μετά την άλωση, στο κείμενο η αυτοκρατορία αποκαλείται συχνά Βασιλεία των Ρωμαίων. Ο γραφέας Νοτάριος, η Κωνσταντινούπολη, πόλη του Κωνσταντίνου. Μας βοηθάει έτσι να χαθούμε καλύτερα στην εποχή των Κομνηνών και στην ιστορία που μας αφηγείται.