Ο Ρομπέρτο Μπολάνιο γράφει στο αριστούργημα του 2666:
...Επέλεγε την Μεταμόρφωση αντι για τι Διαδικασία, επέλεγε το Μπαρτλμπι αντί για το Μόμπυ Ντικ, επέλεγε το Μια απλή καρδιά αντί για το Μπουβάρ και Πεκυσέ, και το Χριστουγεννιάτικο παραμύθι αντί για την Ιστορία δύο πόλεων ή τη Λέσχη Πικουίκ. Τώρα πια ούτε οι καλλιεργημένοι φαρμακοποιοί δεν τολμούσαν να αγγίξουν τα μεγάλα, ατελή, χειμαρρώδη έργα που ανοίγουν δρόμο προς το άγνωστο. Διαλέγουν τις τέλειες ασκήσεις των μεγάλων δασκάλων. Ή κάτι που σε τελική ανάλυση είναι το ίδιο: Προτιμούν να βλέπουν τους μεγάλους δασκάλους σε προπόνηση ξιφασκίας, αλλά δεν θέλουν να ακούσουν τίποτα για αληθινές μάχες, όπου οι μεγάλοι δάσκαλοι μάχονται ενάντια σε αυτό το πράγμα, αυτό το πράγμα που τους τρομάζει όλους, αυτό που τους πανικοβάλει και τους κάνει να λυσσάνε, εκεί που υπάρχει αίμα, θανάσιμες πληγές και αποφορά.
Για τον καταξιωμένο Κόρμακ Μακάρθι, έναν από τους σημαντικότερους σύγχρονους Αμερικανούς συγγραφείς, ο Επιβάτης, που το αναγνωστικό κοινό, μαζί με το έτερο του ήμισυ Stella Maris, περίμενε κοντά δύο δεκαετίες, σίγουρα δεν είναι “απλή προπόνηση ξιφασκίας”. Είναι ένα βιβλίο απαιτητικό, με ιδιαίτερη, συχνά εξουθενωτική αλλά αριστοτεχνική πρόζα, που στις σελίδες του, ο συγγραφέας απαλλαγμένος από την ανάγκη να αποδείξει το οτιδήποτε στον οποιοδήποτε, γράφει πρώτα από όλα για τον εαυτό του δίνοντας μας ένα σκοτεινό, συχνά εσχατολογικό, σίγουρα μνημειώδες μυθιστόρημα.
Πρωταγωνιστής είναι ο Μπόμπι Γουέστερν, πρώην φυσικός, που εγκατέλειψε την πολλά υποσχόμενη καριέρα του για να ασχοληθεί επαγγελματικά με αγώνες αυτοκινήτων, μέχρι που ένα ατύχημα τον αναγκάζει να εγκαταλείψει και αυτή την ασχολία. Πλέον, παρότι τα βάθη των φοβίζουν τρομερά, είναι επαγγελματίας δύτης, στην εκδούλευση μια μεγάλης εταιρείας που ασχολείται με υποθαλάσσιες εργασίες, όπως συντήρηση υποδομών ή ανάσυρση αντικειμένων από τους βυθούς. Ζει μια μάλλον ήσυχη ζωή στην Νέα Ορλεάνη, στο μεταίχμιο της παραίτησης, έχοντας πάντα από πάνω του την σκιά ενός τραγικού παρελθόντος.
Η τραγωδία για του Γουέστερν είναι η οικογένεια του. Η αδερφή του Αλίσια, ιδιοφυία, από αυτές που έρχονται μια φορά σε κάθε γενιά, στον τομέα τον Μαθηματικών και ταυτόχρονα σχιζοφρενής, αυτοκτόνησε δέκα χρόνια πριν. Τα δύο αδέρφια, των οποίων η αμοιβαία, αιμομικτική ερωτική έλξη, που ο συγγραφέας αφήνει να εννοηθεί ότι δεν έγινε ποτέ σαρκική, είναι παιδιά ενός από τους επιστήμονες που δημιούργησαν την ατομική βόμβα συμμετέχοντας στο Πρόγραμμα Μανχάταν. Η φρίκη της βόμβας που ο Γουέστερν κουβαλά πάνω του σαν προπατορικό αμάρτημα, η μοίρα των γονιών του, η σχέση του με την αδερφή του και η απώλεια της, δίνουν στον χαρακτήρα του ένα αέρα νιχιλισμού και πεσιμισμού.
Η αρχή του βιβλίου βρίσκει τον Γουέστερν να βουτά, μαζί με ένα συνάδελφο, στα συντρίμμια ενός βυθισμένου αεροπλάνου όπου βρίσκει ότι ένας από τους επιβάτες μαζί με το μαύρο κουτί, λείπουν. H ανακάλυψη αυτή πυροδοτεί εξελίξεις· κυβερνητικοί πράκτορες ανακρίνουν τον Γουέστερν και η οικονομική υπηρεσία ελέγχει τα οικονομικά του και το διαβατήριο του ανακαλείται ενώ ο συνάδελφος που ήταν μαζί του δολοφονείται κάτω από μυστηριώδης συνθήκες ενώ βρίσκεται για δουλειά στην Βενεζουέλα. Στοιχεία που προϊδεάζουν τον αναγνώστη για ένα δυνατό θρίλερ με νουάρ υποτόνους, αλλά ο Κόρμακ Μακάρθι έχει άλλη άποψη.
Τα μυστήρια που εισάγει στην πλοκή, μένουν σε μεγάλο βαθμό αναξιοποίητα. Η χρησιμότητα τους έγκειται στο να μεγαλώσουν την απελπισία που πλανιέται πάνω από τον Μπόμπυ Γουέστερν και το κυριώτερο, στο να τον ξεβολέψουν, να τον βγάλουν στο δρόμο και να τον φέρουν πρόσωπο με πρόσωπο με την Αμερική που ενσαρκώνεται στους ποικίλους και τόσο διαφορετικούς χαρακτήρες που θα συναντήσει. Ο λυρισμός και οι επιβλητικές περιγραφές, στοιχεία που συναντάμε στα άλλα έργα του συγγραφέα, αν και δεν λείπουν τελείως καθώς θα τα συναντήσουμε στον χειμώνα των μεσοδυτικών πολιτειών και στα νησιά ανοιχτά της Ισπανίας κατά την άτακτη φυγή του Γουέστερν, εδώ έχουν αντικατασταθεί από χειμαρρώδεις διαλόγους. Το μεγαλύτερο μέρος του Επιβάτη, είναι διάλογοι, όπου θίγονται θέματα μιας ευρείας γκάμας, όπως η ατομική βόμβα και η κβαντομηχανική, θεωρίες συνωμοσίας σχετικά με την δολοφονία του Κένεντι, η φρίκη του πολέμου του Βιετνάμ, η θέση της γυναίκας στην κοινωνία και την θρησκεία, ο νιχιλισμός/μηδενισμός που απορρέει από την πορεία της ανθρωπότητας στον 20ο αιώνα.
Ταυτόχρονα, μέσα από αναδρομές στο παρελθόν, γνωρίζουμε και την Αλίσια που θα είναι πρωταγωνίστρια στο επερχόμενο Stella Maris και βλέπουμε την τελευταία περίοδο της ζωής της γνωρίζοντας παράλληλα, το Παιδί της Θαλιδομίδης και την κουστωδία που το ακολουθεί, οντότητες που υπάρχουν μόνο στην τσακισμένη από την ψυχική ασθένεια της φαντασία της. Το Παιδί, προσφέρει μερικές από τις πιο αξιομνημόνευτες φράσεις του βιβλίου αλλά και αρκετό από το μακάβριο και σκοτεινό χιούμορ που θα συναντήσει κανείς στις σελίδες του.
Ο Μακάρθι, 89 σήμερα, μας χαρίζει με τον Επιβάτη το πρώτο μέρος της δυλογίας που κατά πάσα πιθανότητα θα είναι το κύκνειο άσθμα του. Ένα δύσκολο και πολλές φορές δύσπεπτο, πολυεπίπεδο αριστούργημα που είναι σίγουρο ότι κάθε νέα ανάγνωση του θα αποκαλύψει διαφορετικές πτυχές του στον αναγνώστη.