Η Αργεντινή, αυτή η τόσο σπουδαία και όμορφη χώρα της Λατινικής Αμερικής, είναι στους περισσότερους γνωστή για το αισθαντικό χορό του ταγκό, τις ατέλειωτες εύφορες πεδιάδες της που πλουτίζουν την κουζίνα της με πρώτης τάξεως κρεατικά και κρασιά που συναγωνίζονται τα ευρωπαϊκά, την εξωτική πρωτευουσα της, το Μπουένος Άιρες και σίγουρα το ποδοσφαιρο με εξαγόμενους αστέρες όπως ο Μαραντόνα και ο Μέσι. Για τους βιβλιόφιλους δε και για τα βαριά ονόματα που έχουν δώσει στην Παγκόσμια Λογοτεχνία όπως ο Χόρχε Λουίς Μπόρχεσ, ο Ερνέστο Σάμπατο και ο Χούλιο Κορτάσαρ.
Αυτό που οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν, είναι η ιδιαίτερα αιματηρή ιστορία της χώρας, η οποια έχει σημαδευτεί από ένα γαϊτανάκι πολέμων, γενοκτονιών, εμφυλίων και τρομοκρατίας που ξεκίνησαν την εποχή που οι κονκισταδόρες ξεκίνησαν να εξολοθρεύουν τους ντόπιους για να δώσουν “ζωτικό” χώρο επέκτασης στους λευκούς έποικους και συνεχίζονται ως τις μέρες μας σχεδόν.
Μια από τις πιο αιματηρές συγκρούσεις και σίγουρα αυτή, της οποίας τις συνέπειες οι Αργεντίνοι αντιμετωπίζουν ακόμη, είναι η δικτατορία των στρατιωτικών που διήρκησε από το 1974 ως το 1983. Γεννημένη από την ίδια μήτρα όπως και οι περισσότερες άλλες Λατινοαμερικάνικες δικτατορίες του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα, την επιχείρηση Κόνδορας, και με δικαιολογία την εξάλειψη του κομμουνιστικού κινδύνου και την προστασία των ηθών της κοινωνίας, η δικτατορία εξαπέλυσε την Εθνική Διαδικασία Αναδιοργάνωσης, ένα κρατικό (και παρακρατικό) καθεστώς τρόμου που όμοιο δεν είχαν ξαναδεί οι κάτοικοι της Αργεντινής. Χιλιάδες άνθρωποι, σοσιαλιστές, κομμουνιστές, προοδευτικοί ή απλά αντιφρονούντες, φυλακίστηκαν, εκτελέστηκαν ή απλά εξαφανίστηκαν χωρίς καμία δική ενώ παράλληλα η δικτάτορες εφάρμοσαν, όπως και στην διπλανή Χιλή, νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Η όλη διαδικασία ονομάστηκε μεταγενέστερα, αφού το καθεστώς είχε πέσει αλλά χωρίς να έχει τιμωρηθεί ουσιαστικά κανείς για τις φρικαλεότητες που διαπράχθηκαν καθώς η διαφθορά είχε διεισδύσει βαθιά στο κράτος, Βρώμικος Πόλεμος και οποιαδήποτε ομοιότητα με γεγονότα που συνέβησαν σε άλλες χώρες είναι εντελώς συμπτωματικές.
Τα απόνερα του Βρώμικου Πολέμου, ανασύρονται μέχρι και σήμερα στην πολιτική επικαιρότητα της Αργεντινής, με αρκετά εγκλήματα να έρχονται ακόμη στο φως, ενώ οι οικονομικές αλχημείες που εφάρμοσαν οι δικτάτορες κατάφεραν να “ελευθερώσουν” την οικονομία αλλά να εξαθλιώσουν τη εργατική και την μικρομεσαία τάξη.
Τέτοιο άτομο είναι και η Ζάνα, νεαρή γλύπτρια και ινδιάνα της φυλής Μαπούτσε, μιας φυλής που κυνηγήθηκε και εξολοθρεύτηκε συστηματικά από τους αποίκους. Η Ζάνα είναι οργισμένη. Οργισμένη για την αντιμετώπιση που έχει η φυλή της που ζει περιθωριοποιημένη ακόμη και σήμερα, οργισμένη για την κοινωνική κατάσταση που επικρατεί στην χώρα, οργισμένη για τη ζωή της ως τώρα και ότι έκανε για να μπορέσει να επιβιώσει στο Μπουένος Αίρες κατά την διάρκεια των πρώτων χρόνων του 21ου αιώνα και της οικονομικής κρίσης που τον ήρθε μαζί τους για τους Αργεντίνους.
Όταν το πτώμα ενός τραβεστί ονομάτι Λους βρίσκεται κατακρεουργημένο στο λιμάνι, η Ζάνα που ο φίλος της και επίσης τραβεστί Πάολα ήταν ο προστάτης της Λους, αφού βλέπει ότι η αστυνομία δεν σκοπεύει να ασχοληθεί με τη δολοφονία, αποφασίζει να πάρει την κατάσταση στα χέρια της.
Παράλληλα, ο ιδιωτικός ντετέκτιβ Ρουμπέν Καλδερόν ένας από τους ελάχιστους επιζώντες που βγήκαν ζωντανοί από τις φυλακές της δικτατορίας των στρατιωτικών, κάτι που τον έχει σημαδέψει κυρίως ψυχολογικά αφού στις ίδιες φυλακές έχασαν την ζωή τους η αδερφή του και ο πατέρας του, ερευνά την εξαφάνιση της κόρης ενός μεγαλοεπιχειρηματία με διασυνδέσεις στην υψηλή κοινωνία.
Η υπόθεση του ντετέκτιβ, που αναλαμβάνει κυρίως υποθέσεις που σχετίζονται με τους αγνοούμενους της δικτατορίας για λογαριασμό της οργάνωσης Γιαγιάδες της Πλατείας του Μάη, σύντομα θα συναντηθεί με την έρευνα της Μαπούτσε γλύπτριας και οι δύο τους δεν θα αργήσουν να βρουν μπροστά τους το φάντασμα της δικτατορίας και τα απομεινάρια του Βρώμικου Πολέμου.
Αυτή είναι η υπόθεση του βιβλίου Μαπούτσε του Γάλλου συγγραφέα Καρίλ Φερέ, ο οποίος με την ώριμη γραφή του μας χαρίζει ένας εξαιρετικό αστυνομικό μυθιστόρημα που οι σελίδες του θα ταξιδέψουν τον αναγνώστη σε ένα Μπουένος Άιρες σκοτεινό, διεφθαρμένο και γεμάτο μυστικά, μια Sin City που θυμίζει την Μασσαλία του Ιζζό και του Αττιά. Παράλληλα, όπως και στα υπόλοιπα βιβλία του που τα περισσότερα εστιάζουν σε κάποια καταπιεσμένη/ταλαιπορημένη μειονότητα όπως εδώ στους Μαπούτσε μέσα από τον εξαιρετικό χαρακτήρα της Ζάνα, μας συστήνει σε λιγότερα γνωστά κομμάτια της ιστορίας, ίσως πιό σκοτεινά και πιό άβολα.
Τόσο ο συγγραφέας όσο και το βιβλίου, ήταν μια ιδιαίτερα ευχάριστη έκπληξη. Σίγουρα κι άλλα από τα έργα που είναι μεταφρασμένα στα ελληνικα, θα ακολουθήσουν το Μαπούτσε, ένα αστυνομικό βιβλίο σκληρό και ωμό, με καλοστημένη πλοκή, έντονο μυστήριο αλλά και μπόλικη δράση κινηματογραφικών προδιαγραφών.