Lajes, 25 Dezembro 1919. Ποιός ξέρει πως τα κατάφεραν να σύρουν αυτόν το φυσητήρα μέχρι το προαύλιο της εκκλησίας. Θα χρειάστηκαν πολλά ζευγάρια βόδια. Μοιάζει απίστευτο, είναι ένας φυσητήρας τρομακτικά μεγάλος. Έξι ή εφτά παιδιά έχουν σκαρφαλώσει στο κεφάλι του : ακούμπησαν στο πρόσωπο του μια σκάλα και από εκεί πάνω ανεμίζουν μαντήλια και καπέλα. Οι φαλαινοθήρες στέκονται στη σειρά σε πρώτο επίπεδο, με ύφος που δείχνει περηφάνια και ικανοποίηση. Τρεις από αυτούς φοράνε ένα μάλλινο σκουφάκι με πον-πον, ένας φοράει ένα αδιάβροχο καπέλο που θυμίζει αυτά των πυροσβεστών. Είναι όλοι ξυπόλυτοι, μόνο ένας φοράει μπότες, πρέπει να είναι ο μάστρος. Πιστεύω ότι αφού έβγαλαν τηη φωτογραφία, θα έβγαλαν το καπέλο και θα μπήκαν στην εκκλησία, σαν να ήταν το πιο φυσικό πράγμα του κόσμου ν΄ αφήσουν μια φάλαινα στο προαύλιο. Έτσι πέρασαν τα Χριστούγεννα στο Πίκο, το 1919.
Μερικές φορές, πέφτουν στα χέρια μας βιβλία, που μέσα από τις σελίδες τους, φιλοξενώντας ίσως φράσεις, κάνοντας πλάγιες αναφορές ή ξεκάθαρα παρουσιάζοντας, μας συστήνουν και μας προτείνουν τρίτα βιβλία, δίνοντας στην πρόταση τους μια ακαταμάχητη βαρύτητα, ανάλογη της αναγνωστικής εμπειρίας που μας προσέφεραν. Τέτοια και η περίπτωση του βιβλίου “Η γυναίκα του Πόρτο Πιμ και άλλες ιστορίες”, του Ιταλού συγγραφέα Αντόνιο Ταμπούκι, το οποίο για τον γράφων, συστήθηκε και ανακαλύφθηκε, όπως άλλωστε και ο μέχρι τότε άγνωστος για αυτόν συγγραφέας του, μέσα από τις σελίδες του Μοντεβιδέο του Ενρίκε Βίλα-Μάτας.
Ο Αντόνιο Ταμπούκι (1943-2012), με τα βιβλία τους να έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 18 γλώσσες και με τον ίδιο να έχει βραβευτεί με αρκετά βραβεία, ήταν ένας από τους σημαντικότερους Ιταλούς συγγραφείς του 20ου αιώνα και μάλιστα στα τελευταία χρόνια της ζωής του θεωρούνταν από αρκετούς λογοτεχνικούς κύκλους ως ένα από τα φαβορί για το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας. Η επαφή του με την λογοτεχνία του Πεσσόα αλλά και ένα ταξίδι στην Λισαβόνα, τον έκαναν να ερωτευτεί την Πορτογαλία, επιρεάζοντας βαθιά τις σπουδές τους και το μετέπειτα λογοτεχνικό του ύφος.
Η αγάπη του για την Πορτογαλία, οδήγησε τον Ταμπούκι και στο αρχιπέλαγος των Αζορών, το μικρό και απομονωμένο νησιωτικό σύμπλεγμα που βρίσκεται χαμένο στα ανοικτά Ατλαντικού Ωκεανού, και που αποτελούν το δυτικότερο άκρο της Ευρωπαϊκής Ηπείρου. Καρπός αυτού του ταξιδιού ήταν το ταξιδιωτικό, όπως το χαρακτηρίζει ο συγγραφέας του, Η γυναίκα του Πόρτο Πιμ και άλλες ιστορίες.
Τρέφω μια ιδιαίτερη συμπάθεια για τα τίμια ταξιδιωτικά βιβλία και υπήρξα φανατικός αναγνώστης τους. Τα βιβλία αυτά έχουν την αρετή να προσφέρουν ένα θεωρητικό και κατανοητό αλλού στο συμπαγές και αναπόφευκτο δικό μας που.
Από τα έργα της πρώτης περιόδου του, το βιβλίο στην πραγματικότητα είναι αταξινόμητο, αφού ξεφεύγει από τα στενά όρια του ταξιδιωτικού. Μικρά διηγήματα όπως αυτό που χαρίζει τον τίτλο στο βιβλίο, ανέκδοτες ιστορίες που μετέφεραν οι ντόπιοι στον συγγραφέα, παραμύθια για φάλαινες και φαλαινοθήρες πασπαλισμένα με λογοτεχνικές αναφορές στο Μέλβιλ, ναυάγια και φυσιοδιφικοί στοχασμοί κατά την περιπλάνηση στα αραιοκατοικημένα νησιά· ένα λογοτεχνικό μπουκέτο, γραμμένο με απλή γλώσσα που όμως κρύβει πίσω της μια μελαγχολία που αντικατοπτρίζει τα νησιά των Αζορών που, όπως και η πάλαι ποτέ μεγάλη φαλαινοθηρική τους βιομηχανία, παρακμάζουν.
Μικρό και ευκολοδιάβαστο, γραμμένο ταιριαστά απλά, η Γυναίκα του Πόρτο Πιμ και άλλες ιστορίες, είναι ένα βιβλίο που θα αιχμαλωτίσει και θα μαγέψει τον αναγνώστη. Και που θα τον βάλει σε ένα πλοίο με προορισμό το αρχιπέλαγος των Αζορών, παρέα με φαλαινοθήρες, φαλαινες που κοιτάνε με παράπονο και ερωτηματικά τους θυρευτές τους, ερωτευμένους μουσικούς ξεβρασμένους σε κακοφωτισμένα καπηλειά, γερασμένους σοσιαλιστές και περιπλανόμενους συγγραφείς.
Από τις εκδόσεις Άγρα, όπως και τα περισσότερα βιβλία του συγγραφέα.