Κάποτε θα γραφτεῖ σ᾽ ἕνα χοντρό τετράδιο με μολύβι Faber Castell ὅτι ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού προτιμοῦν νά τσακίσουν αὐτή τή στιγμή, νά τήν διαλύσουν σ' ἕνα ἀόρατο ἑλληνικό νησί, να τὴν ἐξαφανίσουν γιατί προέρχονται ἀπό ἕναν κόσμο στον ὁποῖο ἡ κάθε στιγμή εἶχε σημασία γιατί εἶχε πάρτυ το Σάββατο, ἐπικρατοῦσε μεγάλη ἀγωνία γιατί ἔπρεπε να ἀρέσουν. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού ἐπιθυμοῦν νά κρυφτοῦν ἐδῶ, δέν ὑπάρχει κανένα νέο αὐτή τή στιγμή, τά βότσαλα δέν λένε κανένα νέο, ἡ θάλασσα δέν λέει κανένα νέο, ὁ ἥλιος δέν λέει κανένα νέο, τό μοναδικό δέντρο κάνει λίγη σκιά. Υπάρχουν ἄνθρωποι ἄλλων ἐποχῶν καί θά μείνουν στή σκιά ὅσο ἀντέξουν, δέν μποροῦν νά γυρίσουν πίσω, δέν θέλουν νά μάθουν κανένα νέο, ἄν γυρίσουν πίσω, θά γίνουν στῆλες ἄλατος, ὀκτάστηλα μέ εἰδήσεις, ἄν γυρίσουν πίσω, θά τούς καταπιεῖ αὐτή ἡ στιγμή, θά προσχωρήσουν καί πάλι σ᾽ αὐτή τήν ἀνύπαρκτη στιγμή στήν ὁποία ζοῦσαν μέχρι τώρα, σ᾽ αὐτό τό τώρα πού τούς ἔκανε νά φύγουν ἀπό τόν ἀνύπαρκτο κόσμο ὅπου τό μοναδικό ἀληθινό νέο εἶναι ὅτι κανείς δέν ἀρέσει πιά σε κανέναν. Κάποτε θά γραφτεῖ μέ μολύβι Faber Castell ὅτι μιά μυστήρια μελαχρινή γυναίκα τριανταδύο χρόνων κάθισε κάτω ἀπό τό μοναδικό δέντρο τῆς παραλίας τῆς Βαγιᾶς προσπαθώντας νά ξεφύγει ἀπό τή δικτατορία τοῦ μελαγχολικοῦ ἀπογεύματος τῆς Κυριακῆς καί ἔμεινε ὁριστικά ἀπληροφόρητη καί ἀνήμπορη στή σκιά, δίπλα στη θάλασσα.
Ρέα Φραντζή ετών τριάντα, σε άτακτη φυγή από την ζωή της, από τον καταρέων γάμο της, από την εποχή της. Ρέα Φραντζή ετών τριάντα, τυπικό δείγμα της γενιάς της, αυτής που στην Ελλάδα ονομάστηκε του Πολυτεχνείου, σε κρίση ταυτότητας εν μέσω ενός κόσμου που αλλάζει βρίσκει καταφύγιο σε ένα νησί που βρίσκεται εκτός χρόνου και βρωμάει Ελληνικό καλοκαίρι, στην Πάτμο. Εκεί ψάχνει τον εαυτό της, ψάχνει στο χαμένο παρελθόν τα συντρίμμια της ζωής της, σκιαγραφεί ένα καλοκαίρι που θυμίζει Ελύτη και βρωμάει Ελλάδα. Χαζεύει τον δύοντα ήλιο που χάνεται ματωμένος στην Γραμμή του Ορίζοντα.
Ο Χρήστος Βακαλόπουλος, μείζων εκπρόσωπος μιας καλλιτεχνικής γενιάς που εναγωνίως έψαχνε (κ’ ίσως ψάχνει ακόμη) την ταυτότητα της στο μεταίχμιο του σήμερα και του χθες, ήταν ένας συγγραφέας που έφυγε ιδιαίτερα νωρίς, μόλις στα 37 του, όχι όμως πριν κερδίσει την υστεροφημία του χάρη στα γραπτά του, κυρίως χάρη στο τελευταίο βιβλίο του, Η Γραμμή του ορίζοντος.
Ακολουθώντας την φυγή της Ρέας προς το νησί της Αποκάλυψης την Πάτμο, ο Βακαλόπουλος βρίσκει την ευκαιρία να μιλήσει και να εξερευνήσει μια πληθώρα θεμάτων σε ένα κείμενο ρευστό που επιδέχεται πολλαπλές αναγνώσεις και ερμηνείες. Ο μακροπερίοδος λόγος, το μεταμοντέρνο παιχνίδι που διαρυγνει τον χρόνο και μπλέκει παρελθόν και παρόν και οι μαγικές, σχεδόν κλισέ περιγραφές του ελληνικού θέρους, είναι κάποια από τα βασικά εργαλεία που ο συγγραφέας χρησιμοποιεί για να μεταφέρει, σε πρώτο επίπεδο, στον αναγνώστη την υπαρξιακή αγωνία της πρωταγωνίστριας, την μελαγχολική εξερεύνηση της εφηβικής ηλικίας της εν μέσω επταετίας, την Ευρωπαϊκή εκπαίδευση την δεκαετία του 70’, την ελληνική επιτυχία και τον γάμο στην δεκαετία του 80’. Στο υπόβαθρο, σε δεύτερο επίπεδο και σε αντίθεση με τις κοινωνικές αλλαγές που βλέπουμε μέσα από τα μάτια της Ρέας, με ευθύ πλάγιο λόγο διερωτάται περί ελληνικότητας και διεθνισμού με φόντο το θέρος στο νησί, για την παγκοσμιοποίηση που τότε το 1991 ήδη διαφενόταν στον ορίζοντα. Ψάχνει μια ιδεατή Ελληνική ταυτότητα, ελληνοχριστιανική και “Ελύτικη”, που έρχεται σε αντιδιαστολή με την Καβαφική, ανατολίτικη, “άξεστη” ελληνικότητα που κυριαρχεί, μια παρωχημένη ελληνικότητα που ίσως να μην υπάρχει(υπήρξε;) καν.
Η Γραμμή του ορίζοντος, ένα μικρό σε μέγεθος αλλά πυκνογραμμένο και απαιτητικό κείμενο, ειναι αν μη τι άλλο ένα απολαυστικό ανάγνωσμα. Το πολυδιάστατο τελευταίο πόνημα του Χρήστου Βακαλόπουλου επανεκδίδεται από τις εκδόσεις Εστία και παραμένει, είκοσι χρόνια μετά την πρώτη έκδοση του, ένα βιβλίο που αξίζει να συνδιαλεκτεί κανείς μαζί του.
Tο εξαιρετικό εξώφυλλο είναι έργο του Αλέξη Κυριτσόπουλου.