Εισπνοή, εκπνοή. Ανάπνεα εντελώς κανονικά. Ο αέρας έμπαινε ήσυχα μέσα μου, ύστερα έβγαινε. Η σιωπηλή καρδιά μου συστελλόταν και διαστελλόταν, ξανά και ξανά, με σταθερό ρυθμό. Ήμουν σαν τον εργάτη που τα πνευμόνια του τροφοδοτούν πιστά με φρέσκο οξυγόνο το κορμί του. Μπορούσα να αισθανθώ όλα μου τα όργανα να δουλεύουν και διέκρινα τον ήχο που έκανε το καθένα ξεχωριστά. Τα πάντα λειτουργούσαν στην εντέλεια. Άνθρωποι κατά μήκος του δρόμου μάς χαμογελούσαν λέγοντας, «Κουράγιο! Σχεδόν φτάσατε!» Οι κραυγές τους με διαπερνούσαν σαν αέρας κρυστάλλινης καθαρότητας. Οι φωνές τους περνούσαν από μέσα μου κι έβγαιναν απ' την άλλη μεριά.
Είμαι εγώ, και την ίδια στιγμή δεν είμαι εγώ. Έτσι ένιωθα. Ένα απόλυτα γαλήνιο συναίσθημα. Το μυαλό δεν είχε τόση σημασία. Φυσικά, ως μυθιστοριογράφος ξέρω ότι το μυαλό μου παίζει καθοριστικό ρόλο στη δουλειά μου. Χωρίς το μυαλό δεν πρόκειται να ξαναγράψω καμιά πρωτότυπη ιστορία. Κι όμως, εκείνη τη στιγμή δεν είχα την αίσθηση πως το μυαλό μου ήταν σημαντικό. Απλώς δεν ήταν και τόσο σημαντικό.
Υπάρχει ένας δυσδιάκριτος παραλληλισμός μεταξύ συγγραφής και αυτού που λέμε “τρέξιμο”, ιδικά δε αν μιλάμε για το τρέξιμο μεγάλων αποστάσεων, ίσως γιατί και τα δύο έχουν να κάνουν με το ψυχικό σθένος, την αντοχή και το πείσμα του υποκειμένου. Και οι δύο δραστηριότητες, “παιχνίδια” χωρίς αντίπαλο, είναι μοναχικά στο παραγωγικό τους στάδιο σπορ και απαιτούν σκληρή πειθαρχία – εκτός αν υπάρχει πηγαίο ταλέντο – και καταφέρουν τελικά να βάλουν τον συγγραφέα/δρομέα σε μια κατάσταση έκστασης όπου ο εαυτός του χάνεται και το μόνο που απομένει είναι ο δρόμος/το χαρτί.
Ο Χαρούκι Μουρακάμι, ένας από τους δημοφιλέστερους και γνωστότερους στη δύση, Ιάπωνες συγγραφείς, κάνει τον ίδιο παραλληλισμό και μάλιστα μιλά από προσωπική εμπειρία. Ο ταλαντούχος και συχνά αμφιλεγόμενος συγγραφέας, άρχισε να ασχολείται με το τρέξιμο την μακρινή εποχή που πούλησε το Τζαζ μπαρ του “Peter Cat” για να αφοσιωθεί κατ’ αποκλειστικότητα στην συγγραφή. Από τότε, πέρα από δεκάδες μυθιστορήματα, έχει τρέξει και σε αρκετούς μαραθώνιους και το απόσταγμα αυτών των εμπειριών είναι το βιβλίο “Για τι πράγμα μιλάω όταν μιλάω για το τρέξιμο”.
Μέσα από τις βιβλίες του βιβλίου, ο Μουρακάμι μας μιλά για το τρέξιμο, για τις εμπειρίες που του έχει προσφέρει, για τα μαθήματα, τις δυσκολίες αλλά και τις χαρές που έχει αποκτήσει όσα χρόνια τρέχει, και by proxy, μας μιλάς για τη συγγραφή, που μοιράζεται αρκετά από τα κουσούρια του αθλήματος με το οποίο παραλληλίζεται. Ταυτόχρονα ανοίγει ένα παράθυρο στην προσωπική του ζωή και με την ευκαιρία αποκαλύπτει γνωστές και άγνωστες πτυχές της, όπως τους φόβους του γήρατος και της ηλικιακής φθοράς που έρχεται μετά τα -ήντα, στιγμιότυπα από την συγγραφική του πορεία, και ανείπωτες μέχρι τώρα σκέψεις.
Για τι πράγμα μιλάει τελικά ο Μουρακάμι, όταν μιλάει για το τρέξιμο; Σίγουρα για μια φιλοσοφία ζωής που ξεκινάει από χαλαρό τζοκιν και καταλήγει σε 42.195 μέτρα. Το βιβλίο, σίγουρα καλογραμμένο και προσεγμένο, τελείωσε και εκδόθηκε το 2006 όταν ο συγγραφέας ετοιμαζόταν να τρέξει στο Μαραθώνιο της Νέας Υόρκης, και με τα χρόνια έχει μεταμορφωθεί σε ένα είδος βίβλου για τους απανταχού δρομείς, συχνά το ίδιο αναγκαίο με ένα ρολόι Garmin. Σίγουρα θα αγαπηθεί πέρα από τους απανταχού δρομείς και από τους πιστούς ακόλουθους του συγγραφέα που θα χαρούν να μάθουν περισσότερες πληροφορίες για τη ζωή του Χαρούκι Μουρακάμι. Τους υπόλοιπους; Ίσως του παρακινήσει να αρπάξουν ένα ζευγάρι αθλητικά παπούτσια και να βγουν στο δρόμο.