Η Περγούσσα, είναι ένα μικρό νησί του ελληνικού αρχιπελάγους. Γραφικό και όμορφο, με το τυπικό άνυδρο τοπίο και τα μικρά χαρακτηριστικά σπιτάκια νησιώτικης αρχιτεκτονικής, παρά την περιορισμένη τουριστική του ανάπτυξη γεμίζει από ζωή και δραστηριότητα τους καλοκαιρινούς μήνες ενώ περνά νωχελικά τους χειμερινούς μήνες, όντας “άγονη γραμμή”. Οι λιγοστοί, μόνιμοι κάτοικοι της Περγούσας έχουν συνηθίσει φαινομενικά να μην συμβαίνει τίποτα, κάτι που θα αλλάξει όταν ο καθηγητής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, Δημήτριος Μαγγελάνος που βρίσκεται για διακοπές στο νησί, βρίσκεται νεκρός στο δωμάτιο του από την σπιτονοικοκυρά του.
Ο σπασμένος λαιμός του άτυχου άντρα αποκλείει την αυτοκτονία, ενώ η ξαφνική φουσκοθαλασσιά αποτρέπει την μεταφορά του πτώματος στο κοντινότερο νησί αλλά και το κλιμάκιο ανθρωποκτονιών που επρόκειτο να αναλάβει την υπόθεση να έρθει στο νησί από την Αθήνα. Ο απρόσμενος και απροσδιόριστης διάρκειας αποκλεισμός του νησιού, ρίχνει το βάρος της εξιχνίασης στον Όμηρος Βαρθακουλάκη, τον αψύ υπαστυνόμο με καταγωγή από την Κρήτη, που πήρε μετάθεση στο νησί για να ενισχύσει το αστυνομικό τμήμα κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Το κενό εμπειρίας του υπαστυνόμου συμπληρώνει σαν από μηχανής θεός, για κακή του τύχη και παρά τις κακές προσωπικές τους σχέσεις, ο πεθερός του, ο Σεβαστιανός Κατάλευκος, καταξιωμένος δημοσιογράφος, που με την μεγάλη εμπειρία του και την ευφυΐα θα “προσφέρει διόδους εκεί που οι άλλοι πέφτουν σε αδιέξοδα”.
Η έρευνα του αταίριαστου δίδυμου, θα μας γνωρίσει με μια πλειάδα ιδιαίτερων χαρακτήρων, θα ρίξει φως στο σκοτάδι που κρύβεται κάτω από το τουριστικό προσωπείο του νησιού και θα τους φέρει αντιμέτωπους με μια υπόθεση που ξεπερνά τα στενά όρια του μικρού ελληνικού νησιού της Περγούσσας. Ποιός είναι τελικά ο ένοχος και τη σχέση έχει η δημοπρασία ενός πίνακα αγνώστου δημιουργού που αξίζει εκατομμύρια από έναν μεγάλο Λονδρέζικο οίκο;
Με το βιβλίο Δύο Ζωγράφοι, γνωστός δημοσιογράφος και συγγραφέας Δημήτρης Καμπουράκης, επιχειρεί και φιλοδοξεί να δημιουργήσει την δική του αστυνομική σειρά, όπως μαρτυρά ο υπότιτλος “Κατάλευκός / Υπόθεση 1”. Καταφέρνει αναμφίβολα να μας δώσει ένα βιβλίο που “φωνάζει” από παντού ελληνικό καλοκαίρι και μας μεταφέρει στο γραφικό σκηνικό της Περγούσσας. Παρότι αρκετά ευχάριστο, το βιβλίο πάσχει στο κομμάτι των χαρακτήρων που επισκευάζουν την, όχι άσχημη πλοκή του δολοφόνου του ζωγράφου Μαγγελάνου και του αινιγματικού πίνακα. Τόσο το πρωταγωνιστικό δίδυμο όσο και οι περισσότεροι χαρακτήρες, στερούνται βάθους και αποκαλύπτουν την όχι και τόσο διακριτική προσπάθεια του συγγραφέα να σκιαγραφίσει τα κακώς κείμενα της ελληνικής κοινωνίας μέσα από το πρίσμα της πολιτικής του κοσμοθεωρίας, την οποία ο καλοπροαίρετος αναγνώστης θα προσπαθήσει με ευγένεια να ξεχάσει διαβάζοντας το βιβλίο.
Ο χοντροκομμένος χαρακτήρας του υπαστυνόμου, με τις δίχως στάλα ευφυΐα σπασμωδικές κινήσεις κατά τη διάρκεια της έρευνας, ο αντιδιαμετρικά έξυπνος δημοσιογράφος που “έχει φάει ψωμί στο κουρμπέτι και αυτό φαίνεται”, μια κάποια φλυαρία που διατρέχει τις σελίδες του βιβλίου που θα μπορούσε να ήταν άνετα μισό στην έκταση, και μια αδιόρατη προσπάθεια νουθεσίας του αναγνώστη διατυπωμένη από συγκεκριμένη οπτική, στερούν από το κατά τα άλλα ενδιαφέρον στήσιμο του βιβλίου τις πολύ καλές προοπτικές που θα μπορούσε να είχε.
Όπως και να έχει, το Δύο Ζωγράφοι είναι ευχάριστο και εύκολο βιβλίο που θα “αποδώσει” τα μέγιστα αν συντροφεύσει τον αναγνώστη στις καλοκαιρινές διακοπές του, γιατί όχι σε κάποιο νησί όπως η Περγούσσα και ιδανικά χωρίς τους φόνους.