Δεκαεπτά κλωστές

Η ιστορία ενός ξεχασμένου φονικού στα Κύθηρα των αρχών του 20ου αιώνα

Τότε κατέβηκαν από τον ουρανό οι δεκάδες ιστορίες που ο Καστελάνης είχε ακούσει στη φυλακή, στο λιμάνι και τα καταγώγια. Σαν πύρινες γλώσσες σε μια δαιμονική επιφοίτηση έμπαιναν στο μυαλό του οι ζωές των ανθρώπων που είχε γνωρίσει. Με αστραπιαία ταχύτητα φίλτραρε με τον νου του τις πιο σκληρές και άδικες. Πόρνες, χαμίνια, μικροαπατεώνες, όλοι όσοι είχαν δει το απάνθρωπο πρόσωπο της κοινωνίας που τους είχε οδηγήσει σε μια ζωή φτώχειας, εγκλήματος και αποκλεισμού, χωρίς να την έχουν πραγματικά επιλέξει οι ίδιοι. Οι γλώσσες έγλειφαν κάθε χαραμάδα του μυαλού του και του ψιθύριζαν σαν Σειρήνες: «Εκδικήσου!»
notion image
24 Αυγούστου του 1909.
Κύθηρα
Ήμαστε στο μικρό χωριό Καλοκαιρινές, ένα από τα δεκάδες χωριά που κρύβει η ενδοχώρα του νησιού. Είναι ένα απόγευμα ζεστό και ιδιαίτερα υγρό από την υγρασία που κυριαρχεί και που με την σειρά της γεννά μια ψιλή ομίχλη. Οι Καλοκαιρινές είναι άδειες, μόνο τα γυναικόπαιδα έχουν απομείνει, οι άντρες λείπουν, μα σύντομα θα επιστρέψουν καθότι έχει βαφτίσια στην εκκλησία του χωριού. Ξαφνικά η καμπάνα που κοσμεί το χαρακτηριστικά ψηλό καμπαναριό αρχίζει να χτυπά και όσοι έχουν μείνει στο χωριό βγαίνουν από τα σπίτια να δουν τι συμβαίνει.
Το φονικό αρχίζει· ένα φάντασμα κρύβεται μέσα στην ομίχλη, ένας τρελαμένος άντρας που αρχίζει να σκορπά τον θάνατο μοιράζοντας αδιακρίτως μαχαιριές σε όποιον άτυχο βρεθεί στο διάβα του. Όταν πέφτει η ομίχλη το χωριό που ετοιμαζόταν για βαφτίσια μοιάζει με πεδίο μάχης: εννιά άτομα είναι νεκρά και σχεδόν άλλα τόσα υποκύπτουν τις επόμενες μέρες στα τραύματα τους. Ο δολοφόνος, άτομο γνωστό για το σκοτεινό του παρελθόν, πιάνεται και οδηγείται στην φυλακή, κερδίζοντας από την σφαγή αυτή το προσωνύμιο “Καπετάν δεκάξι”, από τις δεκαέξι ψυχές που πήρε. Και μια η δική του δεκαεπτά.
O Αντώνης Αρώνης, γνωστό ευρύτερα ως Λαγωνάρης όπως ήταν το παρατσούκλι του, ήταν ένα νεαρός τσαγκάρης από το χωριό Αρω, ιδιοκτήτης του δικού του μαγαζιού, άνθρωπος εργατικός και ευυπόληπτος στα μάτια των κατοίκων των Κυθήρων. Ώσπου όλα πάνε λάθος, και μετά από μια ιστορία που εμπλέκει μια γυναίκα αμφιβόλου ηθικής και τον άντρα της, η υπόληψη του καταστρέφεται και σταδιακά όλοι του γυρνάνε την πλάτη. Ήμαστε στην Ελλάδα του χθες, αυτή της χρηστής ηθικής και της απαστράπτουσας τιμής, εκεί όπου τα προβλήματα και τα άσχημα κρύονται κάτω από το χαλάκι ή εξοστρακίζονται, και τέτοια ήταν και η μοίρα του Αρώνη, να φύγει για τον Πειραιά, ώσπου να ξεχαστεί η Ιστορία.
Εκεί δουλεύει σε ένα θείο του, μέχρι που η φήμη του τον προλαβαίνει και τον ξαναβαζει σε μπελάδες η καχυποψία των γύρω του, μπελάδες που θα τον οδηγήσουν στην φυλακή και θα τον φέρουν για πρώτη φορά σε επαφή με τον υπόκοσμο. Όταν, μετά από μήνες γυρνάει στα Κύθηρα, κάτι έχει αλλάξει μέσα του και πλέον βλέπει τους πάντες με καχυποψία. Όταν λίγες μέρες αργότερα πεθαίνει η ηλικιωμένη μητέρα του κάτι σπάει μέσα του. Και ο απολογισμός 17 ψυχές.
Δεκαεπτά ψυχές ή αλλιώς Δεκαεπτά Κλωστές, όπως είναι και ο τίτλος του βιβλίου του Πάνου Δημάκη, του νέου συγγραφέα που καταπιάνεται με την εξιστόρηση ενός φρικτού και ξεχασμένου εγκλήματος που συνέβη στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Ακροβατώντας μεταξύ true crime και fiction, ο Πάνος Δημάκης κραταει τα βασικά στοιχεία του φονικού και πειράζει τις μικρές λεπτομέρειες αλλά και την ταυτότητα των πρωταγωνιστών, και εξερευνά τα Κύθηρα, το παρελθόν και την ζωή του Γερακίτη όπως  μετανομάζει τον Αρώνη.
Το βιβλίο ανασκευάζει με επιτυχία την επαρχιακή μικροπρέπη σκληρότητα που κρύβεται πίσω από το χαμογελαστό προσωπείο της κοινωνίας, και ψυχογραφεί με ακρίβεια την φανταστική ανασκευή του Αρώνη, αλλά και τον δευτερευόντων χαρακτήρων που παίρνουν μέρος στο δράμα. Παρότι χάνει σε επιμέρους σημεία, όπως οι πομπώδεις διάλογοι, η προσθήκη και ανάλυση με πολλές λεπτομέρειες ενός ειδυλλίου που θα μπορούσε να λείπει και η αφηγηματική κοιλιά που κάνει το βιβλίο προς τη μέση του, καταφέρνει να αφηγηθεί την ιστορία ενός συνταρακτικού πραγματικού εγκλήματος και να σκιαγραφίσει έναν πολυεπίπεδο χαρακτήρα, δέσμιο των κοινωνικών συμβάσεων και επιταγών, ένα θύμα και θύτη της εποχής του.
Το βιβλίο, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κάπα Εκδοτική, μετατράπηκε σε τηλεοπτική σειρά από τον Σωτήρης Τσαφούλιας(Έτερο Εγώ).