“Οι πρόσφατές μου περιπέτειες με έχουν κάνει φιλόσοφο, τη νύχτα ιδίως, όταν δεν ακούω άλλο απ' το ρυάκι που αλέθει τα βράχια & τα κάνει βότσαλα σε μια αργή αιωνιότητα. Έτσι κυλούν οι σκέψεις μου. Οι λόγιοι διακρίνουν κινήσεις στην ιστορία & αυτές τις κινήσεις τις διατυπώνουν ως κανόνες που διέπουν την άνοδο & την πτώση των πολιτισμών. Εγώ πιστεύω κάτι αντίθετο, ωστόσο. Τουτέστιν: η ιστορία κανόνες δεν δέχεται· μονάχα εκβάσεις.
Τι επισπεύδει τις εκβάσεις; Οι φαύλες πράξεις & οι αγαθές πράξεις.
Τι επισπεύδει τις πράξεις; Η πίστη.
Η πίστη είναι λάφυρο & πεδίο μάχης συνάμα, μέσα στον νου & στο κάτοπτρο του νου, τον κόσμο. Αν πιστεύουμε ότι η ανθρωπότητα είναι μια κλίμακα φυλών, ένα Κολοσσαίο σύγκρουσης, εκμετάλλευσης & κτηνωδίας, σίγουρα δημιουργείται μια τέτοια ανθρωπότητα, & οι Χόροξ, οι Μπουρχάαβε & οι Γκους της ιστορίας θα επικρατήσουν. Εσείς & εγώ, οι πλούσιοι, οι προνομιούχοι, οι τυχεροί, δεν θα τα πάμε & άσχημα σ' αυτόν τον κόσμο, αρκεί να κρατήσει η τύχη μας. & αν μας τρώει η συνείδησή μας, ε, τι μ' αυτό; Γιατί να υπονομεύσουμε την κυριαρχία της φυλής μας, των κανονιοφόρων μας, της κληρονομιάς & της παρακαταθήκης μας; Γιατί ν' αντιταχθούμε στη «φυσική» (α, τι ύπουλη λέξη!) τάξη των πραγμάτων;
Γιατί; Επειδή μια ωραία πρωία, ένας τελείως αρπακτικός κόσμος θα κατασπαράξει εαυτόν. Ναι, θα είναι όποιον πάρει ο Χάρος ώσπου ο Χάρος τελικά να τους πάρει όλους. Στο άτομο, ο εγωισμός ασχημίζει την ψυχή· στο ανθρώπινο είδος, ο εγωισμός σημαίνει αφανισμό.”
Ένας Αμερικάνος συμβολαιογράφος που περιπλανιέται στη νήσο Τσάταμ, στην Πολυνησία του 19ου αιώνα, σώζει ένα αυτόχθονα και εκείνος, με τη σειρά του, του ανταποδίδει την χάρη.
Μια ξεπεσμένη μουσική ιδιοφυία, προσλαμβάνεται ως βοηθός ενός από τους μεγαλύτερους συνθέτες της Ευρώπης του Μεσοπολέμου.
Μια νεαρή δημοσιογράφος πέφτει πάνω τα σκοτεινά μυστικά μιας μέγα-εταιρείας στην Καλιφόρνια των 70s και σύντομα η ζωή της απειλείται.
Στις αρχές του 21ου αιώνα, ένας Βρετανός εκδότης μπλέκει σε μια ξεκαρδιστική περιπέτεια που θα τον στείλει στο γηροκομείο.
Σε μια μελλοντική σεούλ όπου ένα μίγμα απολυταρχισμού και απόλυτου Καπιταλισμού κυριαρχεί, η Σόνμι, ένα κλώνος-υπηρέτης, αποκτά συνείδηση και μια επανάσταση ξεκινά.
Σε ένα μέλλον κατακερματισμένο και μετα-αποκαλυπτικό, στην Χαβάη, τα απομεινάρια της ανθρωπότητας πασχίζουν να επιβιώσουν.
Γιατί γίνονται τα πράγματα; Είναι οι πράξεις μας αποτέλεσμα ελεύθερης βούλησης ή απλά το υποπροϊόν του ντετερμινιστικού παιχνιδιού του αιτίου με το αιτιατό; Πως οι συνέπειες μια απλής πράξης, μπορούν να αντηχήσουν στο μέλλον και να το διαμορφώσουν αιώνες αργότερα; Και τελικά, πέρα από την οντολογική διάσταση των παραπάνω ερωτήσεων, πως και γιατί οι άνθρωποι λυμαίνονται και καταδυναστεύουν ο ένας των άλλο;
Οι ερωτήσεις αυτές βρίσκονται στο επίκεντρο των έξι ιστοριών που συνθέτουν το Cloud Atlas του David Mitchell, ένα βιβλίο που ταξιδεύει τον αναγνώστη από το Τσάταμ του 19ου αιώνα, μέχρι μια μετα αποκαλυπτική Χαβάη χαμένη στο απώτερο μέλλον, ακολουθώντας την μη-γραμμική και μεταμοντέρνα πορεία που χαράσουν οι έξι ιστορίες του βιβλίου. Έξι αφηγήσεις που κατά μόνας καμιά τους δεν ξεχωρίζει πραγματικά, αλλά σαν σύνολο και με τον τρόπο που τις υφαίνει ο David Mitchell, ξεχωρίζουν.
Στην λογοτεχνία, συχνά, το πως γράφουμε κάτι παίζει μεγαλύτερο ρόλο από το τι γράφουμε, κάτι που ισχύει και για το Cloud Atlas του Mitchell, το οποίο, όχι άδικα, θεωρείται ένα μοντέρνο κλασικό, ένα από τα σημαντικότερα βιβλία των τελευταίων χρόνων.
Ο συγγραφέας, γράφει έξι ιστορίες διαφορετικές σε είδος και στυλ γραφής μεταξύ τους. Η ιστορία στη νήσο Τσάταμ, παίρνει την μορφή ενός θαλασσινού ημερολογίου, αυτή του μουσικού επιστολική μορφή, ενώ η τρίτη ιστορία είναι ένα αστυνομικό θρίλερ. Η αφήγηση του Βρετανού εκδότη στην τέταρτη ιστορία έχει τη μορφή απομνημονευμάτων, ενώ η ιστορία στο κορεάτικο μέλλον, μια ιστορία επιστημονικής φαντασίας, γράφεται με τη μορφή συνέντευξης. Τέλος, στην ιστορία στην μετα-αποκαλυπτική Χαβάη του απώτερου μέλλοντος, η αφήγηση γίνεται με τον αρχαιότερο τρόπου που έχουν οι άνθρωποι να λεν ιστορίες: γύρω από την φωτιά.
Οι ιστορίες αυτές συνδέονται μεταξύ τους, με διακειμενικές αναφορές που περνούν από την μια ιστορία στην άλλη, αλλά και μέσα από ένα διακριτικό κλείσιμο του ματιού στην μετενσάρκωση των πρωταγωνιστών του κάθε δράματος, στην επόμενη ιστορία.
Μπορούν άραγε οι συνέπειες των πράξεών κάποιου να τον ακολουθήσουν και μετά το θάνατο; Για να το μάθει αυτό ο αναγνώστης θα πρέπει να παίξει με την ανορθόδοξη και ευφυή δομή του Cloud Atlas. Ο Mitchell, “κόβει” κάθε ιστορία στην μέση, αφήνοντας την ανολοκλήρωτη και συνεχίζει στην επόμενη, μέχρι που φτάνει στην τελευταία απ όπου ακολουθεί την αντίστροφη πορεία. Σαν μπούμερανγκ, η αφήγηση του βιβλίου γυρνάει προς τα πίσω, στις ιστορίες που άφησε ανολοκλήρωτες, δίνοντας στα δεύτερα μέρη τους την απαραίτητη κλιμάκωση αλλά και την σύνδεση που έλειπε με τις υπόλοιπες.
To Cloud Atlas, που πρόσφατα επανακυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Εκδόσεις Μεταίχμιο σε μετάφραση της Μαρίας Ξυλούρη, είναι ένα βιβλίο που ξεχωρίζει για την αριστοτεχνική δομή του και την αφηγηματική του πολυπλοκότητα. Αν και οι ιστορίες δεν βρίσκονται στο ίδιο υψηλό επίπεδο μεταξύ τους, η δομή και ο πρωτότυπος τρόπος με τον οποίο συνδέονται, αποζημιώνουν σε μεγάλο βαθμό τον αναγνώστη.
Το βιβλίο έχει μεταφερθεί με ιδιαίτερη επιτυχία και στην μεγάλη οθόνη.