Αμερικανική Αγωγή

Τεκτονικές αλλαγές καθώς η ενηλικίωση έρχεται, για τα αγόρια αλλά και για την Αμερική.

Από τη μια πλευρά, ο Κλάους, χωρίς αμφιβολία ο μόνος σ' όλη την Τοπήκα που διέθετε λευκό λινό κοστούμι, αδυνατούσε να πάρει στα σοβαρά αυτά τα παιδιά - με τα γεμάτα ψυγεία, τον κλιματισμό και την τηλεόρασή τους, χωρίς κανένα κοινωνικό στίγμα, χωρίς εμπειρία κρατικής βίας· μήπως δεν ήταν πασιφανές πως δεν ήξεραν τι πάει να πει οδύνη, πως αν κάτι τα βασάνιζε, ήταν ακριβώς αυτή η απουσία βασάνων, μια μορφή νευροπάθειας οφειλόμενη στις υπερβολικές ευκολίες της ζωής τους, την υπερβολική κατανάλωση ζάχαρης, μια μορφή υπαρξιακής ποδάγρας; Απ' την άλλη πλευρά, βέβαια, ο Κλάους αντιμετώπιζε αυτά τα παιδιά με απόλυτη σοβαρότητα: διαρκώς τους λένε, η κουλτούρα τους λέει, αν και η λέξη «κουλτούρα» είναι λάθος εν προκειμένω, έλεγε ο Κλάους, σκουπίζοντας το μέτωπό του μ' ένα μαντίλι από το ίδιο ύφασμα με το κοστούμι του, ότι είναι ατομικές υπάρξεις, ανεπανάληπτες, αλλά στην πραγματικότητα είναι όντα αδειανά, απομονωμένα, μαζάνθρωποι χωρίς μάζα, αν και βέβαια δεν είναι καν ενήλικα πλάσματα, είναι παιδιά, αιώνια παιδιά, Πήτερ Παν, αντρόπαιδα, αφού η Αμερική είναι μια αιώνια εφηβεία, αγόρια δίχως θρησκεία μα και δίχως έναν χαρισματικό ηγέτη· δεν έχουν καν πατέρα —ο πρόεδρος Κάρτερ!—– για να τον σκοτώσουν, ούτε έναν πατέρα που να τους λέει να σκοτώσουν τους Εβραίους· δεν έχουν Εβραίο· η λίμπιντο τούς ωθεί σε μαζική παράδοση, αλλά δεν έχουν σε ποιον να παραδοθούν· δεν πιστεύουν καν στο χρήμα ούτε στην επιστήμη, κι αν πιστεύουν, η πίστη τους είναι ανεπαρκής· η χώρα τους έχασε στον τελευταίο αληθινό της πόλεμο· με μια λέξη, είναι παραταϊσμένα· με μια λέξη, λιμοκτονούν.
notion image
Τοπίκα, Κάνσας, Ηνωμένες πολιτείες της Αμερικής. Τέλη της δεκαετίας του ‘90.
Μια γενιά που στο μεταίχμιο της ενηλικίωσης, εξερευνεί, ψάχνει, εφευρίσκει την ταυτότητα της, προσπαθώντας να αφήσει το στίγμα της σε έναν κόσμο κομφορμισμού και υλισμού, σε μια χώρα που και αυτή διανύει μια ατέλειωτη εφηβεία, σε μια εποχή που τους είπαν βλακωδός ότι η Ιστορία τελείωσε. Και μια άλλη γενιά, αυτή που στην Ελλάδα θα αποκαλούσαμε του Πολυτεχνείου, που στα νιάτα της συγκρούστηκε με το κατεστημένο μόνο και μόνο για να ανακαλύψει ότι με τα χρόνια η ίδια έγινε η εξουσία την οποία ρομαντικά κάποτε αντιμαχότανε.
The Topeka School, ελληνιστί Αμερικανική αγωγή, η τρίτη νουβέλα του ταλαντούχου και βραβευμένου Αμερικάνου συγγραφέα Μπεν Λέρνερ, είναι η ιστορία ενηλικίωσης του Άνταμ Γκόρντον, τελειόφοιτου του Λυκείου της Τοπίκα του Κάνσας, εμπνευσμένη σε μεγάλο βαθμό από τη ζωή του ίδιου του συγγραφέα που μοιράζεται την καταγωγή και αρκετά άλλα στοιχεία με τον πρωταγωνιστή του βιβλίου του, κάνοντας έτσι επιπλέον το βιβλίο να χαρακτηριστεί, ένα δυνατό παράδειγμα autofiction λογοτεχνίας.
Όπως και τα περισσότερα αρσενικά της γενιάς του, ο Άνταμ ψάχνει τον εαυτό του, σφυρηλατεί σταδικά τον άντρα που θα γίνει, με τον μοναδικό τρόπο που υπάρχει – στα τυφλά. Γιος ψυχολόγων που δουλεύουν στο μεγάλο ψυχιατρικό κέντρο της πόλης που φέρει το απρόσωπο όνομα Ινστιτούτο, ο νεαρός μαθαίνει από νωρίς ότι οι λέξεις είναι δύναμη. Αγαπά τις λέξεις, θέλει να γίνει ποιητής και για αυτό είναι ήδη. Ασχολείται με “φλώρικες” δραστηριότητες, όπως η συμμετοχή του στους σχολικούς αγώνες ρητορικής, έναν ιδιαίτερα ενδιαφέρουν θεσμό ο οποίος αναλύεται σε ιδιαίτερο βάθος στο βιβλίο, αλλά το αντισταθμίζει μετέχοντας επίσης σε αγώνες freestyle ραπ και χτίζοντας το κορμί του στο γυμναστήριο. Παρά το οικογενειακό του background, ιδιαίτερα προνομιακό και εξαιρετικά καλοπροαίρετα εκπαιδευτικό, ο δεκαεφτάχρονος Άνταμ δεν αποφεύγει να πέσει στις παγίδες που στήνει η εφηβική ματαιοδοξία. Παγίδες ενίοτε επικίνδυνες.
Η Αμερικανική αγωγή είναι επίσης ο απολογισμός των ζωών του Τζόναθαν και της Τζέιν, των γονιών του Άνταμ. Γινόμαστε μάρτυρες του παρελθόντος, του παρόντος αλλά και της σχέσης τους με τον γιό τους μέσα από τα καλοδουλεμένα και ολοκληρωμένα πορτρέτα που σκιαγραφούνται μέσα από την μη γραμμική αφήγηση του βιβλίου. Ο Τζόναθαν είναι εβραίος, πρώην αριστεριστής και νυν ψυχολόγος, ένας από τους καλύτερους στο Ίδρυμα, με ειδίκευση σε προβληματικούς εφήβους. Η Τζέιν, επίσης ψυχολόγος στο ίδρυμα, είναι επιτυχημένη συγγραφέας βιβλίων εκλαϊκευμένης ψυχολογίας. Στο παρόν και οι δύο πασχίζουν να μεγαλώσουν το γιο τους με τις φιλελεύθερες αξίες τους. Οι δύο μεγαλύτεροι χαρακτήρες που είναι καλοδουλεμένοι και ολοκληρωμένοι, μας δίνουν την ευκαιρία να αντικρίσουμε ένα παρελθόν γεμάτο επίπλαστη ευμάρεια, την Αμερικανική χρύση εποχή του δεύτερου μισού του αιώνα και τις ψευδαισθήσεις που καλλιέργησε στους πολίτες της. Λίγο πολύ όπως οι ψευδαισθήσεις που είχαν οι δυο τους για την μεταξύ τους σχέση.
Κάνοντας όμως ένα βήμα πίσω, βλέπουμε ότι η Αμερικανική αγωγή είναι μια ιστορία που ξεπερνά κατά πολύ τους Γκόρντον. Είναι μια ιστορία που μας φέρνει πρόσωπο με πρόσωπο με την ατέλειωτη εφηβεία της ίδια της Αμερικής, επιτρέποντας μας να δούμε τις στρεβλώσεις μιας χώρας που συχνά θεωρείται πρότυπο, τις υποθάλπουσες ιδέες που βρισκόταν εν τι γενέσι του τη δεκαετία του ‘90 και δύο δεκαετίες μετά έφεραν τον Τραμπ στη εξουσία, εξερευνεί τις κοινωνικές δυναμικές τόσο της ενήλικης κοινωνίας όσο και του εφηβεικού μικρόκοσμου, αντικρίζει την νεανική τοξική αρρενωπότητα και το μπούλινγκ, την ριζοσπαστικοποίηση που φέρνει ο κοινωνικός αποκλεισμός.
Και όλα αυτά, δίνοντας τον πρωταγωνιστικό ρόλο στον λόγο, τόσο στα πλαίσια της ιστορία, όπου όπως αποκαλύπτει ο νεαρός Άνταμ, ο λόγος και οι λέξεις είναι δύναμη, όσο και στο τεχνικό κομμάτι, όπου Λέρνερ “τιμά” τον λόγο χαρίζοντας μας ένα κείμενο που χαρακτηρίζεται από μοντέρνο ύφος, όπου η κάθε λέξη τοποθετείτε με στυλιστική ακρίβεια εκεί που ανήκει, δίνοντας στην κατακερματισμένη αφήγηση που με φιλοδοξία καταπιάνεται με πολλά διαφορετικά θέματα,  το απαραίτητο δέσιμο που χρειάζεται.
Έντονα πολιτικό και επίκαιρο, μερικές φορές αυτοαναφορικό με επίκεντρο τις Ηνωμένες Πολιτείες, το βιβλίο είναι ένα εξαιρετικό και καλογραμμένο κράμα bildungsroman και autofiction, που όχι άδικα χαρακτηρίστηκε “Σαρωτικό στην κοινωνική κριτική του και τόσο χυμώδες στην πρόζα του, ώστε να προσεγγίζει την ποίηση”.
Από τις εκδόσεις Δώμα.